Όταν ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση δεν ήταν δυνατόν να υπάρχει τακτικός Στρατός στη Ελλάδα, άρα δεν υπήρχε και Σώμα Ιππικού. Το πρώτο Ελληνικό Ιππικό που εμφανίσθηκε από την πτώση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας είναι εκείνο που οργάνωσε ο Αλέξανδρος Υψηλάντης στη Φωξάνη της Μολδαβίας, στις αρχές Μαρτίου του 1821. Το Νεοελληνικό Ιππικό συστάθηκε τον Απρίλιο του 1822 με έδρα το Ναύπλιο και διακρίνονταν σε Βαρύ και Ελαφρύ. Το Βαρύ ήταν ο κύριος φορέας της ισχύος κρούσεως στο πεδίο της μάχης, ενώ το Ελαφρύ χρησιμοποιούνταν κυρίως για κάλυψη, ασφάλεια και έρευνα. Το 1825 δημιουργήθηκε Σώμα Ιππικού με έδρα την Αθήνα. Το 1829 οι Ίλες Ιππικού μετακινήθηκαν στο Άργος όπου και παρέμειναν μέχρι το τέλος της Επανάστασης. Πρώτος διοικητής του Ελληνικού Ιππικού ήταν ο Γάλλος Επίλαρχος Ρεϋνώ Ντε Σαιν ντ’ Αντζελύ, ο μετέπειτα Στρατάρχης της Γαλλίας. Με το τέλος του αγώνα άρχισε η προσπάθεια συγκρότησης όλων των τομέων που συντελούν στη λειτουργία ενός σύγχρονου κράτους. Την περίοδο αυτή σημειώθηκαν σημαντικές εξελίξεις και στα περί Όπλου δόγματα που επικρατούσαν μέχρι τότε. Συγκεκριμένα από τον πόλεμο της Κριμαίας (1854-55) και έπειτα, άρχισε αλματώδης εξέλιξη των πυροβόλων όπλων, η οποία είχε ως άμεση συνέπεια την κατάργηση του δόγματος του Βαρέως Ιππικού. Έτσι και στην Ελλάδα το Λογχοφόρο Ιππικό καταργήθηκε το 1866 και η Ιππαρχία Λογχιστών μετασχηματίστηκε σε μονάδα Ελαφρού Ιππικού με την ονομασία “Ιππαρχία Ακροβολιστών”.
Ο Ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897 αποτελεί την πρώτη, μετά το 1821, δυναμική αναμέτρηση του νεοσύστατου, μικρού και αδύναμου τότε, Ελληνικού κράτους με την πανίσχυρη Οθωμανική Αυτοκρατορία. Το Ιππικό χρησιμοποιήθηκε σ’ αυτό το πόλεμο για την προκάλυψη και συγκέντρωση του Στρατού, ως πυρήνας ανασυντάξεως ανατραπέντων τμημάτων, στην εγκατάσταση προφυλακών, στην έρευνα και σε καθαρά αποστολές μάχης.
Στη Μέση Ανατολή, όπου μεταφέρθηκε ο αγώνας μετά την ανακωχή, συγκροτήθηκε μια Ίλη Τεθωρακισμένων Αυτοκινήτων που εξοπλίσθηκε με οχήματα τύπου Κάρριερ. Η Ίλη αυτή συμμετείχε στην Μάχη του Ελ Αλαμέιν.